προφίλ
Η Λογοθεραπεία, η Ψυχοθεραπεία και το Ειδικό παιδαγωγικό πρόγραμμα, εφαρμόζονται από εξειδικευμένους λειτουργούς, με τις πιο σύγχρονες μεθόδους παρέμβασης και εργαλεία αξιολόγησης ( Pecs, Teacch, lidcombe program, test Wisc, test σχολικής ετοιμότητας, Άλφα test και Αθηνά test ).
Οι εργοθεραπευτές είναι εξειδικευμένοι στην μέθοδο της αισθητηριακής ολοκλήρωσης S.I.
Οι φυσικοθεραπευτές είναι εξειδικευμένοι στην θεραπευτική προσέγγιση ND.T- Bobath & P.N.F Kabat.
Αναλυτικότερα
θεραπευτικές μέθοδοι
Θεραπεία με την μέθοδο S.I ( αισθητηριακή ολοκλήρωση)
Με την μέθοδο αυτή παρεμβαίνουμε στην αισθητικοαντιληπτική οργάνωση του παιδιού.
Αισθητηριακή επεξεργασία ονομάζουμε τον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουμε και καταχωρούμε τις αισθητηριακές πληροφορίες διαμέσου διαφορετικών αισθητηριακών καναλιών, π.χ. ακοή, όραση, αφή, όσφρηση, γεύση. Αυτές οι αισθήσεις οργανώνονται από τον εγκέφαλο και χρησιμοποιούνται για να σχεδιάσουν και να προγραμματίσουν κινήσεις και συμπεριφορικές αντιδράσεις, οι οποίες με τη σειρά τους μας κάνουν ικανούς να μαθαίνουμε, να παίζουμε, και να αλληλεπιδρούμε κατάλληλα με το περιβάλλον μας.
Αυτή η διεργασία είναι γνωστή ως ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΑΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ.
Γνωρίζουμε πολύ καλά τις αισθήσεις της όρασης, της ακοής, της όσφρησης, της γεύσης, της αφής, αλλά υπάρχουν τρεις σημαντικές αισθήσεις (κρυμμένες αισθήσεις) που μας δίνουν πολλές πληροφορίες σχετικά με το σώμα μας τις οποίες χρειαζόμαστε προκειμένου να οργανώσουμε και να σχεδιάσουμε τις κινήσεις μας. Αυτές οι αισθήσεις είναι, η απτικότητα, η ιδιοδεκτικότητα και η αιθουσαία.
Απτικότητα
Η απτικότητα αναφέρεται στην αίσθηση της αφής. Οι αισθήσεις προέρχονται από τους αισθητήριους υποδοχείς της επιδερμίδας μας. Απτικά ερεθίσματα τροφοδοτούν τον εγκέφαλο, που εκτός από πηγή συναισθημάτων, μας δίνουν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το σώμα μας.
Ιδιοδεκτικότητα
Αναφέρεται στην αίσθηση της θέσης του σώματος. Αισθήσεις που προέρχονται από τους μύες μας και τις αρθρώσεις μας, μας δίνουν πληροφορίες σχετικά με τα μέρη του σώματός μας και για το πώς αυτά κινούνται. Αυτό μας κάνει ικανούς να κατευθύνουμε κινήσεις των χεριών μας και των ποδιών μας με δεξιότητα χωρίς να χρειάζεται διαρκώς να προσέχουμε τι κάνουμε.
Αιθουσαία
Αυτή είναι η αίσθηση της ισορροπίας και του συντονισμού της κίνησης. Το αιθουσαίο σύστημα επηρεάζει:
- τον συντονισμό των κινήσεων των ματιών μας
- τον συντονισμό των δύο πλευρών του σώματος
- μας βοηθά να ισορροπούμε
- μας βοηθά να γνωρίζουμε που είμαστε στο χώρο
- μυϊκό τόνο
Οι αιθουσαίες αισθήσεις για παράδειγμα, μας κάνουν ικανούς να:
- να κρατάμε το κεφάλι μας όρθιο ενάντια στη βαρύτητα
- να αιωρούμαστε σε μία κούνια
- να ισορροπούμε στο ένα πόδι
Θεραπεία με την αισθητικοκινητική* παρέμβαση ( Bobath)
Η μέθοδος Βοbath-ND.T. (Neurodevelopmental Treatment-Nευροεξελικτική Αγωγή) αναπτύχθηκε μετά το 1950 από τον Karel και την Berta Bobath, γιατρός και φυσικοθεραπεύτρια αντίστοιχα. Οι δυό τους εισήγαγαν μια νέα μέθοδο κινησιοθεραπείας, αρχικά για ενήλικες και μετέπειτα για παιδιά με εγκεφαλική παράλυση.
Η μέθοδος βρήκε γρήγορα απήχηση και εφαρμόστηκε στις περισσότερες περιπτώσεις ασθενών με νευρομυϊκή δυσλειτουργεία, καθιστώντας τη σήμερα ως την πιο διαδεδομένη μέθοδο.
Στη δεκαετία του 1970 η Dr E. Kohn παιδονευρολόγος κι η M. Quinton φυσιοθεραπεύτρια, πρόσθεσαν την εμπειρία τους με βρέφη έως 12 μηνών και τόνισαν τη σημασία της πρώιμης παρέμβασης της N.D.T. σε νεογνά και βρέφη.
Ως θεραπευτική μέθοδος, ενδείκνυται για όλα τα κινητικά προβλήματα αλλά δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση. Δεν απευθύνεται σε παθήσεις αλλά σε αισθητικοκινητικές δυσλειτουργίες οποιασδήποτε αιτιολογίας.
Αξιολογεί τις ικανότητες / αδυναμίες του ατόμου και παρεμβαίνει στα ελλείμματα και τους λειτουργικούς περιορισμούς, με στόχο τη μεγιστοποίηση του επιπέδου ανεξαρτησίας και της συμμετοχής του στη ζωή.
Βασικές αρχές ND.T. ( Bobath)
- Είναι μια ολιστική προσέγγιση. Αντιμετωπίζεται το άτομο ως σύνολο.
- Η θεραπευτική στρατηγική είναι απόλυτα εξατομικευμένη. Είναι προσωπο-κεντρική θεραπεία
- Είναι μια Πολυεπιστημονική/ Διεπιστημονική προσέγγιση. Έτσι ώστε η συνεργασία των μελών της ομάδας να εξασφαλίζει το βέλτιστο αποτέλεσμα της θεραπευτικής παρέμβασης.
Ο φυσικοθεραπευτής NDT αξιολογεί τις αποκλίσεις κα την ποιότητα της κινητικής λειτουργικής δραστηριότητας. Εντοπίζει τα προβλήματα της αδρής και της λεπτής κινητικότητας με γνώση την φυσιολογική ανάπτυξη. Προετοιμάζει και ενσωματώνει κινητικά χαρακτηριστικά που λείπουν ή εκφράζονται μη φυσιολογικά. Καταστρώνει και εφαρμόζει, εξατομικευμένο θεραπευτικό πρόγραμμα και προτείνει ειδικά βοηθήματα σε συνεργασία με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας αποκατάστασης.
Συμβουλευτική γονέων
Μέσω της συμβουλευτικής διαδικασίας, οι γονείς μπορούν να επεξεργαστούν θέματα που συνδέονται με τη συμπεριφορά των παιδιών τους και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους, να συζητήσουν τρόπους χειρισμού των θεμάτων που ανακύπτουν ή των δυσκολίων που υφίστανται.
Σε αντίθεση με το τι θα ανέμενε κανείς βάσει του ονόματος, οι ψυχολόγοι δεν προσφέρουν συμβουλές. Μέσω της διαδικασίας της ενεργητικής ακρόασης, παρέχουν τη δυνατότητα στο ίδιο το άτομο να αποκτήσει επίγνωση των συναισθημάτων, των αντιδράσεων και της συμπεριφοράς του και να προβεί σε αλλαγές, εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο.
Ενδεικτικά, αναφέρονται ορισμένοι βασικοί τομείς, γύρω από τους οποίους μπορεί να οργανωθεί μια συνεδρία συμβουλευτικής:
- Κατανόηση των ιδιαίτερων δυσκολιών του παιδιού και της συμπεριφοράς του
- Διάσπαση προσοχής / Υπερκινητικότητα & τρόποι αντιμετώπισης
- Κρίσεις θυμού & χειρισμός των συγκρούσεων στο σπίτι και στο σχολείο
- Μελέτη στο σπίτι & κατάρτιση σχετικών προγραμμάτων
- Οργάνωση του χρόνου
- Δραστηριότητες & παιχνίδια που μπορούν να πραγματοποιηθούν στο σπίτι.
- Τεχνικές για επιτυχημένη επικοινωνία
- Τεχνικές που προάγουν τον αμοιβαίο σεβασμό, την αποδοχή και την τήρηση κανόνων και ορίων.
Μετά από την αρχική διερευνητική συνέντευξη, καταρτίζονται οι στόχοι που θα δουλευτούν. Οι γονείς επίσης ενθαρρύνονται να φέρουν υλικό σε κάθε συνεδρία υπό τη μορφή νοερών ή γραπτών σημειώσεων προκειμένου να γίνει η αντίστοιχη επεξεργασία.
Η συμβουλευτική έχει ιδιαίτερη σημασία σε γονείς παιδιών με διάσπαση προσοχής. Λόγω των εντάσεων και συγκρούσεων που συχνά εμφανίζονται στο σπίτι, κρίνεται απαραίτητο να διερευνηθούν οι πηγές αυτής της σύγκρουσης, να τροποποιηθούν ανεπιτυχή πρότυπα συμπεριφοράς και να καλλιεργηθεί κλίμα που προάγει την επικοινωνία και επιτρέπει στο παιδί να αναπτύξει τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις του.
Επίσης οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να βελτιώσει την προσοχή του, να ελέγξει την παρορμητικότητα και να αποκτήσει αυτο-έλεγχο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή τεχνικών οργάνωσης της μελέτης και του ελεύθερου χρόνου, την τήρηση τάξης όσον αφορά τα προσωπικά αντικείμενα, την εφαρμογή μνημονικών τεχνικών αλλά και προγραμμάτων ενίσχυσης και τροποποίησης δυσλειτουργικών συμπεριφορών, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο.
Αντίστοιχα ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμβουλευτική σε γονείς παιδιών με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή. Οι στόχοι σε αυτή την περίπτωση είναι η στήριξη των γονιών, η παροχή πληροφοριών και η κατανόηση των δυσκολιών του παιδιού, ο χειρισμός συγκεκριμένων συμπεριφορών και η κατάρτιση προγραμμάτων για το σπίτι.
PECS
Το PECS μεταφράζεται ως «Σύστημα Επικοινωνίας μέσω Ανταλλαγής Εικόνων». Είναι ένα διεθνώς αναγνωρισμένο σύστημα επικοινωνίας που βασίζεται στην ανταλλαγή πληροφοριών μέσω εικόνων. Πρόκειται δηλαδή για ένα πρόγραμμα επικοινωνίας, που επιτρέπει σε παιδιά και ενήλικες με διαταραχές του αυτιστικού φάσματος και άλλες διαταραχές επικοινωνίας χωρίς λειτουργικό ή κοινωνικά αποδεκτό λόγο, να αρχίσουν να επικοινωνούν.
Η επικοινωνία είναι μια καθημερινή δραστηριότητα. Κάθε στιγμή της ημέρας, όλοι έχουμε την ευκαιρία να επικοινωνήσουμε αρκεί να βρούμε κάποιον να μας ακούσει. Θεωρούμε δεδομένη στη ζωή μας την ικανότητα που έχουμε να αλληλεπιδρούμε αυθόρμητα με τους συνανθρώπους μας προκειμένου να επιτύχουμε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Ωστόσο, η έλλειψη αυτής της ικανότητας είναι ίσως το πιο σοβαρό εμπόδιο για την αυτόνομη διαβίωση των ατόμων με ειδικές δυσκολίες
Αρχικά χρησιμοποιήθηκε μόνο με παιδιά με διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, που δεν είχαν καθόλου λόγο, ως ο μοναδικός τρόπος επικοινωνίας τους, αλλά στην συνέχεια χρησιμοποιήθηκε και με ενήλικες και αποδείχτηκε ότι είχε επίσης απήχηση. Η διαφοροποίησή του από τα άλλα συστήματα επικοινωνίας είναι ότι χρησιμοποιεί την εικόνα ως μέσο επικοινωνίας, ώστε ο μαθητής να μπορεί να επικοινωνήσει με τον καθένα χωρίς να χρειάζεται και ο συνομιλητής να έχει κάποια ιδιαίτερη εκπαίδευση.
Όσοι χρησιμοποιούν το PECS αρχικά μαθαίνουν να πλησιάζουν και να δείχνουν την εικόνα του αντικειμένου που επιθυμούν στο «σύντροφο επικοινωνίας» (communicative partner) και να την ανταλλάσσουν με το επιθυμητό αντικείμενο. Με αυτό τον τρόπο, ο χρήστης ξεκινάει τη διαδικασία της επικοινωνίας.
Στόχος λοιπόν είναι η ακόλουθη αλυσίδα ενεργειών :
Παίρνει την εικόνα – Κατευθύνεται προς τον σύντροφο επικοινωνίας – Δίνει την εικόνα – Παίρνει το επιθυμητό αντικείμενο.
Στα πρώτα στάδια, επικοινωνούν χρησιμοποιώντας και ανταλλάσσοντας μόνο μια εικόνα, στη συνέχεια όμως μαθαίνουν να συνδυάζουν εικόνες, ώστε να μάθουν διάφορες γραμματικές δομές, σημασιολογικές σχέσεις, να αναπτύξουν κάποιες από τις διαστάσεις της μορφολογίας του λόγου, αυξάνοντας έτσι το μέσο μήκος πρότασής τους και εμπλουτίζοντας το επικοινωνιακό τους μήνυμα .
Το υλικό το οποίο χρειάζεται για την πραγματοποίηση αυτού του συστήματος δεν είναι ακριβό. Δημιουργείται και κατασκευάζεται ακόμα και από τους ίδιους τους γονείς ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες από τον θεραπευτή. Απαιτεί ένα ντοσιέ επικοινωνίας, πάνω στο οποίο θα τοποθετούνται με velcro οι εξατομικευμένες εικόνες PECS του παιδιού και μια βάση επικοινωνίας, πάνω στην οποία το παιδί θα δημιουργεί την πρότασή του.
Το πρωτόκολλo του PECS είναι βασισμένο στην έρευνα και πρακτική εφαρμογή των αρχών της Εφαρμοσμένης Ανάλυσης Συμπεριφοράς (Αpplied Βehavioral Αnalysis). Δίνει έμφαση στην ανάπτυξη λειτουργικών δεξιοτήτων επικοινωνίας, στη χρήση κατάλληλων ενισχυτών και στη δημιουργία προγραμμάτων συμπεριφοριστικής παρέμβασης. Πρέπει να τονιστεί λοιπόν ότι είναι απαραίτητη η χρήση συγκεκριμένων στρατηγικών εκπαίδευσης, συστημάτων ενίσχυσης, στρατηγικών διόρθωσης του λάθους και στρατηγικών γενίκευσης για τη διδασκαλία κάθε δεξιότητας. Για το λόγο αυτό το σύστημα επικοινωνίας PECS μπορεί να εφαρμοστεί μόνο από θεραπευτές οι οποίοι έχουν εξειδικευτεί στη χορήγησή του.
Η μέθοδος TEACCH
Η μέθοδος TEACCH αναπτύχθηκε από τον ψυχολόγο E.Schopler στο πανεπιστήμιο της North Carolina στη δεκαετία του 1960. Στηρίζεται στη δομημένη διδασκαλία και στην οργάνωση του χώρου βάσει διακριτών περιοχών για ατομική εργασία, παιχνίδι και άλλες δραστηριότητες. Η προσέγγιση αυτή δίνει επίσης έμφαση στα οπτικά ερεθίσματα και στην κατάρτιση προγραμμάτων βάσει εικόνων και συναφούς οπτικού υλικού, τα οποία βοηθούν το παιδί να δομήσει το χρόνο του και να μεταβεί ομαλά από τη μια δραστηριότητα στην άλλη.
Οι εικόνες επίσης χρησιμοποιούνται για να υποβοηθήσουν την επικοινωνία, όταν π.χ. το παιδί θέλει να ζητήσει ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή να απαντήσει σε μία ερώτηση.
Ψυχομετρικά τεστ
Ανάμεσα στα εργαλεία που χρησιμοποιεί ο ψυχολόγος είναι τα σταθμισμένα ψυχομετρικά τεστ.
Στο Παιδικό Θεραπευτικό Κέντρο, χορηγούνται τα ακόλουθα τεστ, ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε παιδιού:
Αθηνά Τεστ διάγνωσης δυσκολιών μάθησης.
Το Αθηνά τεστ μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να αξιολογηθεί η ετοιμότητα ενός παιδιού να φοιτήσει στην Α’ Δημοτικού.
Α’ Τεστ, Ανιχνευτική Δοκιμασία Σχολικής Ετοιμότητας.
Το τεστ αυτό έχει σχεδιαστεί για να ανιχνεύει το κατά πόσο ένα παιδί που τελειώνει το νηπιαγωγείο είναι μαθησιακά έτοιμο να φοιτήσει στην Α’ Δημοτικού.
WISC-III
Σταθμισμένη κλίμακα αξιολόγησης νοητικού δυναμικού για παιδιά WISC III. Πρόκειται για την ελληνική έκδοσης της κλίμακας νοημοσύνης Wechsler Intelligence Scale for Children.
Το ελληνικό WISC-III, μπορεί να χορηγηθεί σε παιδιά 6 έως 16 ετών, αποτελείται από επιμέρους κλίμακες που η καθεμία αξιολογεί μία διαφορετική πλευρά της νοημοσύνης και που όλες μαζί εκφράζουν αυτό που αποκαλούμε γενική νοημοσύνη του παιδιού. Έτσι λοιπόν το ελληνικό WISC-III αξιολογεί τη νοημοσύνη μέσω δύο διόδων επικοινωνίας, της ακουστικο-γλωσσικής και της οπτικο-κινητικής, ενώ ταυτόχρονα αξιολογεί διάφορες νοητικές λειτουργίες όπως τη μνήμη, την αφαιρετική σκέψη κτλ.
Το ελληνικό WISC-III, ως πολυθεματικό τεστ, βοηθά στην ενδοατομική αξιολόγηση των νοητικών ικανοτήτων του παιδιού, το οποίο έχει τεράστια ψυχοδιαγνωστική αξία στην κλινική πράξη γιατί έτσι είναι δυνατόν να εντοπιστούν τομείς ανάπτυξης του παιδιού, οι οποίοι χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής.